Συμπληρώνονται 10 χρόνια από τη δολοφονία του Πακιστανού εργάτη Σαχζάτ Λουκμάν στις 17 Ιανουαρίου του 2013 από φασίστες της Χρυσής Αυγής. Οι παρακρατικές και κρατικές δολοφονίες μεταναστ(ρι)ών, η κοινωνική περιθωριοποίησή τους και η κλιμάκωση των αντιμεταναστευτικών πολιτικών συνεχίζονται πολύ πιο έντονα στο σήμερα. Στις 14/1, το ρατσιστικό σύστημα του ελληνικού κράτους δολοφόνησε τον κονγκολέζο Some Tsiona Nzita στο camp της Ριτσώνας, καθώς το ασθενοφόρο άργησε ώρες να φτάσει για την περίθαλψή του. Με παρόμοιο τρόπο δολοφονήθηκε στις 22 του περασμένου Αυγούστου ο πακιστανός εργάτης Wares Ali, κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων των μεταναστριών στο camp του Ελαιώνα, όπου και πάλι το ασθενοφόρο άργησε πολλές ώρες να φτάσει ώστε να τον βοηθήσει.
Το ελληνικό κράτος χρόνο με το χρόνο απομακρύνει τον όποιον ανθρωπιστικό του μανδύα και εμφανίζει την πραγματική του υπόσταση. Συγκροτεί, θεμελιωδώς, την εθνική του ενότητα μέσα από το γνωστό τρίπτυχο εθνικισμού, πατριαρχίας και θρησκείας, μέσω του οποίου γαλουχεί γενεές πολιτών, ανεξαρτήτου κυβέρνησης, με τη δράση του σε αυτή την κατεύθυνση να είναι ολοένα και πιο κλιμακούμενη. Η ακραία έκφανση της πολεμικής του είναι ενάντια στους αποκλεισμένους και δη στους μετανάστες και τις μετανάστριες. Σε μία περίοδο που δεν υπάρχει μεγάλη ανάγκη φθηνού εργατικού δυναμικού – σχεδόν δουλείας δηλαδή – οι μετανάστριες είναι στο στόχαστρο ενός μονεμερούς πολέμου. Απελάσεις, βασανιστήρια, κλοπές, δολοφονίες είναι μερικά από τα οποία συμβαίνουν στα σύνορα από μπάτσους, λιμενόμπατσους, καραβανάδες και διάφορους “νοικοκυραίους” φασίστες. Όσοι παρόλαυτα, λόγω πολιτικής πίεσης κάποια περίοδο ή λόγω καθαρής τύχης, διέσχισαν τα ελληνικά σύνορα και δεν απελάθηκαν παράνομα εκ των υστέρων, στοιβάζονται σε ΚΥΤ (κέντρα υποδοχής ταυτοποίησης) και κέντρα κράτησης. Μετανάστες και μετανάστριες αποτελούν το 59,9% των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές, συνιστώντας μια από τις αιχμές της αντιμεταναστευτικής πολιτικής. Αυτοί δε, που υπάρχουν εντός των αστικών κέντρων πιέζονται με κάθε μέσο να τα εγκαταλείψουν και να αποκλειστούν ακόμη περισσότερο εκτός αστικού ιστού. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την προηγούμενη περίοδο ήταν το camp του Ελαιώνα στην Αθήνα, όπου οι κάτοικοι μετανάστες και μετανάστριες αντιστάθηκαν σθεναρά στην προοπτική εκκένωσής του. Παράλληλα, το κράτος στις 31 Δεκεμβρίου διέκοψε το πρόγραμμα στέγασης μεταναστών αιτούντων/σών άσυλο ESTIA, πετώντας στο δρόμο ή σε camps χιλιάδες μεταναστ(ρι)ών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι μετανάστες, έρχεται να συμπληρώσει η αυστηροποίηση των κριτηρίων χορήγησης ασύλου για μετανάστες (αππόριψη ανθρωπιστικών κριτηρίων), άρα συνεπώς και ο αποκλεισμός των τελευταίων από την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (ΑΜΚΑ κλπ.). Πέρα από την τυπική αυστηροποίηση των νόμων χορήγησης χαρτιών στους μετανάστες, το κράτος (στρατός, συνοριοφύλακες, λιμενικό) εντείνει τις αθέατες και “παράτυπες” (για τους αστικούς νόμους) επαναπροωθήσεις μεταναστών. Η θεσμική και κοινωνική περιθωριοποίηση των μεταναστ(ρι)ών έχει οδηγήσει σε σχεδόν ολοκληρωτική αορατοποίησή τους από το δημόσιο διάλογο.
Από τη μία, οι ντόπιοι ακροδεξιοί των κατώτερων τάξεων, πολύ συνειδητά εναντιώνονται στις μετανάστριες, καθώς ελπίζουν ότι κάνοντας τεμενάδες στο κράτος και την αντιμεταναστευτική του πολιτική, θα γλιτώσουν από τη δική τους φτωχοποίηση. Το κράτος, από την άλλη, στο ρόλο του βασικού εκφραστή των συμφερόντων του κεφαλαίου, διασφαλίζει την “κοινωνική ειρήνη”. Διαχειρίζεται το εγχώριο εργατικό δυναμικό καθώς και τους αποκλεισμένους πλυθησμούς, πειθαρχεί το προλεταριάτο, καταπιέζει εντός και πολεμάει εκτός. Πιο συγκεκριμένα, το έθνος-κράτος μοιάζει να αποτελεί την αποτελεσματικότερη μορφή για να πετυχαίνει όλα τα παραπάνω μιας και η εν λόγω “κοινωνική ειρήνη” δεν είναι τίποτα άλλο από την εθνική ενότητα. Μία ενότητα μεταξύ εργοδοτών/εργαζομένων και εν γένει καταπιεστών/καταπιεσμένων. Αυτό που όμως δεν έχει συνειδητοποιήσει είναι το γεγονός ότι όσο περισσότερο υποβαθμίζει το βιωτικό επίπεδο του ντόπιου προλεταριάτου, βλέποντάς το από την σκοπιά υλικών όρων, τόσο πιο κοντά το φέρνει στο να συνδεθεί με το μεταναστευτικό υποκείμενο, υπό το πρίσμα των κοινών ταξικών αναγκών και καταπιέσεων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά και να αποτελέσει εφιάλτη για το κεφάλαιο (εγχώριο και μη) αλλά και το ίδιο το κράτος.
Όσον αφορά τον οργανωμένο “δρομίσιο” φασισμό είναι ξεκάθαρο πώς το κράτος τον έχει ως όπλο στην φαρέτρα του. Άλλοτε, εαν θέλει να δημιουργήσει ασσύμετρες δυσκολίες στους αγωνιζόμενους, τον αμολάει, άλλοτε, όπου θεωρεί ότι ελέγχει καλύτερα τα πράγματα, τον εγκολπώνει πλήρως εντός πλαισίου της αστικής δημοκρατίας, προετοιμάζοντας το έδαφος για μία ακόμα πιο βαθιά κρατική θανατοπολιτική. Ένα παράδειγμα τέτοιας περιόδου είναι αυτή που διανύουμε στο σήμερα. Ο κύριος εκφραστής του οργανωμένου φασιμού των προηγούμενων ετών, η “Χρυσή Αυγή”, ξεδοντιάστηκε από τον ίδιο τον χορηγό της, το κράτος, ενώ είχαν μεσολαβησει τόσο αγώνες προοδευτικών “δημοκρατικών” πολιτών, αλλά τόσο και αγώνες ριζοσπαστών αντιφασιστών που βάλαν δύσκολα στους φασίστες και τους κρατικούς προστάτες τους. Το κράτος την ίδια στιγμή ενίσχυσε σημαντικά την λεγόμενη “θεωρία των δύο άκρων”, αποτελόντας στην πραγματικότητα το ίδιο το ένα άκρο, προσπαθεί να εμφυσήσει ιδεολογικά το “δικαίωμα” στο μονοπώλειο της βίας, για να ποδοπατήσει οτιδήποτε αμφισβητεί την ηγεμονία του. Την ίδια στιγμή η κρατική πολιτική ενσωματώνει όλο και περισσότερο τις αντιλήψεις των φασιστών και μάλιστα σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Αρχικά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης ξεπήδησαν σαν μανιτάρια και η μετανάστευση έγινε επισήμως ιδιωνυμικό αδίκημα. Στην συνέχεια αυτό επεκτάθηκε εντός του πλαισίου των “πολιτών”, των με χαρτιά υπηκόων αυτού του κράτους δηλαδή, αφού ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συνεχίσαν το έργο της εποχής 2010-2014, σαρώνοντας ότι υπήρχε για να συγκρατεί το πρότερο “κοινωνικό κράτος” με σειρά απο αντεργατικά και αντιασφαλιστικά νομοσχέδια, και ενώ είχαν μετατοπίσει το κοινωνικό συμβόλαιο προς κατεύθυνση ολοκληρωτισμού, εφάρμοσαν ως ένα βαθμό δοκιμασμένη κατασταλτική πολιτική έναντι των αποκλεισμένων, σε ευρεία κοινωνική κλίμακα.
Διώξεις, απαγόρευση κυκλοφορίας, βασανιστήρια, μπάτσοι στο πανεπιστημιακό άσυλο, υπερστρατιωτικοποίηση του κράτους, πλήρες μονοπώλειο στην ενημέρωση, ακρίβεια, ενεργειακή κρίση, διακρατικοί ανταγωνισμοί και πόλεμος αποτελούν πλέον όλο το φάσμα της καθημερινότητας μας. Όσον αφορά τις μετανάστριες, pushbacks, βασανιστήρια, ληστείες, εξώσεις από τα σπίτια τους,από τις κρατικοδίαιτες ΜΚΟ, και δολοφονίες είναι καθημερινά φαινόμενα. Οι φασίστες εξαπολύουν ρατσιστικά προγκρόμ, το κράτος τα τελειοποιεί. Οι φασίστες, σαν γνήσια τσιράκια των αφεντικών, βάζουν πλάτη στα απεργοσπαστικά εργοδοτικά σωματεία, το κράτος θεσμοθετεί την απεργοσπασία και παρανομοποιεί το δικαίωμα της απεργίας. Οι φασίστες συγκροτούνται γύρω από το μίσος για τους γείτονες λαούς, η αστική δημοκρατία, από το ΚΚΕ ως την ΝΔ, σφύζει από πατριωτισμό και “τουρκοφαγία”. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο φασιμός είναι κομμάτι αυτού του καπιταλιστικού συστήματος. Να απαντήσουμε στήνοντας γέφυρες μεταξύ των καταπισμένων και αναχώματα ενάντια στην αποξένωση και τον κοινωνικό κανιβαλισμό. Να δημιουργήσουμε κοινότητες ντόπιων – μεταναστών, να στηρίξουμε τους μεταναστευτικούς αγώνες. Ο φασισμός νικιέται σε όλα τα κοινωνικά πεδία και γι’αυτό το πολυεθνικό προλεταριάτο οφείλει να επαγρυπνεί ώστε να χτυπάει τον φασισμό στο σχολείο, στη σχολή, στη γειτονιά, στους χώρους εργασίας και στους δρόμους. Εμείς ακριβώς εκεί σκοπεύουμε, να διαρρήξουμε τους φραγμούς που τίθενται για να διαχωρίζουν το προλεταριάτο και να το καταστέλλουν, να χτυπήσουμε την κυρίαρχη αφήγηση, να απονομοιποιηθεί κοινωνικά, το κράτος, το έθνος, η πατρίδα, η πατριαρχία, η ηθική της εργασίας, ο ρατσισμός, η θρησκεία. Στο δυσμενές για την τάξη μας κλίμα της τελευταίας περιόδου, υπάρχουν εκφάνσεις ελπιδοφόρας αντίστασης. Στεκόμαστε δίπλα, συμμετέχουμε και πολλαπλασιάζουμε τους αγώνες και τις αντιστάσεις που προκύπτουν από τα ίδια τα υποκείμενα. Από την φοιτήρια που πετάει τούβλα στους μπάτσους, την επιζήσασα που καταγγέλει τον βιαστή, τον εργάτη στην απεργιακή περιφρούρηση, τον μετανάστη που αντιστέκεται σθεναρά στην έξωσή του. Εκεί χτυπάει η καρδιά του δικού μας κόσμου μέσα στην αμφισβήτηση του συστήματος μέσα στην αλληλεγγύημ μεταξύ των καταπιεσμένων.
κάλεσμα : Ανάρες – Ομάδα Δράσης και Αλληλεγγύης